Στην σελίδα αυτή υπάρχει μία συλλογή κειμένων που γράψανε για τον Παύλο ή
δηλώσεων που έκαναν για εκείνον, φίλοι, συνεργάτες , μουσικοί και δημοσιογράφοι
του μουσικού τύπου. Τα κείμενα αυτά αντλήθηκαν από το περιοδικό Ντέφι, από το CD ``Ταξιδεύοντας'' του Ποπ+Rock (επιμέλεια έκδοσης Άκης Λαδικός) και από το βιβλίο ``Μοναχικό μπλούζ του Πρίγκηπα'' του Ντίνου Δηματάτη. Εξαίρεση αποτελεί το κείμενο του Κώστα Φέρρη, το οποίο μας το έστειλε μέσω e-mail. Τον ευχαριστούμε και ελπίζουμε και σε άλλες τέτοιες ευχάριστες εκπλήξεις. Στο γράμμα αυτό, μαθαίνουμε και για μία ακόμη εμφάνιση του Παύλου Σιδηρόπουλου ώς ηθοποιού (τηλεοπτική αυτή τη φορά) την οποία αγνοούσαμε. |
Ητανε μια από τις περιόδους που ήτανε χαμένος μέσα στην άσπρη.
Υπήρχαν περίοδοι - ελάχιστες μέσα στα τελευταία χρόνια - που ο Παύλος για μερικές μέρες το χρόνο έπεφτε στην άσπρη.
Ητανε καλοκαίρι και ξεκινάμε με μια μοτοσυκλέτα, πέντε άτομα, με μια μηχανή, να πάμε για διακοπές στην Κρήτη. Ητανε η Ηδύλη, η Θάλεια, ο Χρηστάκης, ο Παύλος κι εγώ.
Κατεβαίνουμε Ηράκλειο. Εγιναν δυο ταξίδια με τη μηχανή και ένας πήγε με συγκοινωνία. Πήγαμε και κατασκηνώσαμε έξω από την Παληόχωρα, στη Γκουντούρα. Η παραλία είναι πανέμορφη, αλλά δεν έχει καθόλου δέντρα, τίποτα.
Μαζί μας είχαμε πάρει αυτό που ο Παύλος χρησιμοποιούσε σαν υποκατάστατο αρκετό καιρό, γιατί ο Παύλος βασανιζόταν πιο πολύ από τα φάρμακα που πουλιούνται απ' τα φαρμακεία και όχι τόσο από την πρέζα, τουλάχιστον τα τελευταία δέκα χρόνια που είμασταν αρκετά κοντά.
Εχουμε όμως φροντίσει από τα σαράντια μπουκάλια ντικοβίξ, να αφαιρέσουμε υγρό και να το αντικαταστήσουμε με αντίστοιχη ποσότητα νερού.
Από το πρώτο μπουκάλι 5%, από το δεύτερο περισσότερο και ούτω καθ' εξής, μέχρι που σε μια βδομάδα ο Παύλος έπερνε το ντικοβίξ για να του φύγει η χαρμάνα και ήτανε σκέτο νερό!
Ο Παύλος δεν κουβάλαγε τη μιζέρια που κουβαλάνε τα πρεζάκια. Ητανε κύριος, μάγκας και με την πρέζα είχε μια σχέση καθαρά ερωτική και παιχνιδιού. Δεν έπινε καθημερινά. Μπορώ να πω ότι η εξάρτησή του ήτανε τα φάρμακα κι όχι η πρέζα. Ολα αυτά, υπνοστεντόν, ντικοβίξ, ντικοντίντ, διάφορα φάρμακα.
Ητανε άνθρωπος που πέρασε πολύ ωραίες στιγμές στη ζωή του, που τις βίωσε. Μερικές τις περάσαμε μαζί, άλλες μου τις είχε πει.
Εχουμε λοιπόν, κάτσει σε μια παραλία όπου βαράει ο ήλιος καντήλι, ο Παύλος έχει ξεφλουδίσει, δεν αντέχει τον ήλιο μετά απ' αυτή την περίοδο που 'χε πέσει στην άσπρη, υποφέρει, οι σκηνές βράζουνε και υπάρχει ένας μικρός βράχος, το μόνο μέρος που μπορούσες να καθήσεις - απ' την αντίθετη κάθε φορά πλευρά - για λίγη σκιά.
Τα εγκαύματα είχανε προχωρήσει και στα πόδια και στις πλάτες και στη μύτη, παντού. Βούταγε για λίγο στη θάλασσα και ξανάβγαινε, αλλά δεν είχε που να κάτσει. Ηταν όμως και χαρούμενος... ίσως ήταν η αγάπη για ένα από τα άτομα της παρέας... λαμποκοπούσε... μόνο που μ' έβριζε συνέχεια, να φύγουμε να πάμε να βρούμε κάνα δέντρο.
Ητανε από τις λίγες φορές - όπως μου εκμυστηρεύτηκε αργότερα - που ένοιωθε ένα πόνο πιο δυνατό απ' τον πόνο της πρέζας κι αυτό του έδωσε χαρά και θάρρος.
Οταν είδε και αποείδε, παίρνει ένα μεγάλο σουγιά και πηγαίνει σε κάτι καλαμιές που ήταν εκεί κοντά κι αρχίζει να κόβει καλάμια και να τα στοιβάζει στην παραλία. Δυο μέρες συνέχεια έκοβε καλάμια. Την τρίτη μέρα άρχισε να φτιάχνει καλύβα. Την τελείωσε. Κι όλα αυτά μόνος του, εντελώς μόνος του. Κι έχει σημασία ατυό γιατί ο χαρακτηρισμός ``Πρίγκηπας'' δεν του δόθηκε τυχαία. Είχε μεγαλώσει με νταντά, την Παρασκευούλα και το μόνο που έφτιαχνε ήταν ένας καφές, ούτε τηγανητό αυγό.
Εδεσε τα καλάμια με πετονιά, τα συναρμολόγησε κι έφτιαξε μια καλύβα, κάτι μεταξύ Ροβινσώνα Κρούσου και Καραγκιόζ μπερντέ!
Κάθεται από κάτω και γυρνώντας εντελώς ειρωνικά σε μένα, που μόλις έβγαινα από τη θάλασσα, μου λέει: Κανένας από σας στη σκιά. Ολοι στον ήλιο! Απαγορεύεται! Το 'λεγε και το πίστευε.
Και καθότανε ευτυχισμένος. Αλλά δεν πρόλαβαν να περάσουν δυο λεπτά, πιάνει ένα μελτέμι και ρίχνει την καλύβα κάτω!
Δεν είπε τίποτα. Πήρε μια πετσέτα κι έφυγε - με ένα σωβρακάκι που φόραγε. Περπάτησε τα 6 χιλιόμετρα μέχρι την Παληόχωρα κι άραξε στα δέντρα, στο μαγαζί που τρώγαμε, στο Ζορμπά το Γιώργο. Μπροστά στην παραλία.
Τον θυμάμαι στη συναυλία του James Brown στό Παλλάς να πάλλεται στην ένταση και το ρυθμό της μπάντας. Αλλη μία φορά στα καμαρίνια του Μετρό να μου λέει πως όπου να 'ναι ``καθαρίζει''...
Ο Παύλος ήταν ένας βιωματικός τύπος όπως πρέπει να είναι ο καλλιτέχνης μόνο που η χημεία που διάλεξε να παλέψει μαζί της, δεν σηκώνει αστεία και έτσι έφυγε νωρίς... αφήνοντας τα τραγούδια του πίσω για παρηγοριά.
Την ίδια εποχή (1980-1983), την εποχή που ετοίμαζα το "Ρεμπέτικο", το σπίτι της Λεονάρδου στο παλιό Φάληρο, είχε γίνει δημιουργικό στέκι, κι εκεί "ψήθηκε" το "Zorba the Freak", ενώ παράλληλα ο Λογαρίδης με τον Πεντζίκη δοκίμαζαν τα δικά τους ethnic, ενώ ο Καρβέλας (ναι, ο Νίκος Καρβέλας!!!) που έμενε στον πάνω όροφο (πιό πάνω έμενε ο Αναστόπουλος του Ολυμπιακού...) μόλις είχε φτιάξει το δικό του γκρουπάκι (TAXI) κι ετοιμαζόταν γιά σόλο καριέρα. Ηταν τότε μάλιστα που ερωτεύθηκε την Βίσσυ, που τάχε με τον Κώστα Φασόλα, που ήταν ο Παραγωγός του "Ακρίτα" των Λογαρίδη-Τασούλη, και η ζωή συνεχίζεται κουβάρι. Ακόμα, ανάμεσα στους κολητούς εκείνης της εποχής, είναι η Θέμις Μπαζάκα, ο Θέμος Λεονάρδος (πρώην άντρας της Σωτηρίας και νυν συνθέτης της), Κατερίνα Γώγου, Νικόλας Ασιμος, Κωνσταντίνος Τζούμας, κι αν δε σταματήσω εδώ θα τινάξω τη μνήμη στον αέρα!!!
Παυλάκι μου, οι καιροί εξακολουθούν να είναι δύσκολοι για τους πρίγκιπες.
Εικοσιπέντε χρόνια αργότερα, αντέδρασα με παρόμοιο τρόπο όταν η Εύη μου τηλεφώνησε για να μου ανακοινώσει το δυσάρεστο νέο: ο Παύλος πέθανε. Τελικά δυσκολεύομαι να συνηθίσω αυτήν την ιδέα. Οσο πιό συγκεκριμένη προσπαθεί να γίνει, τόσο πιο πολύ την απωθώ στο βάθος του μυαλού μου - κι ακόμη και σήμερα είμαι πρόθυμος να πιστέψω ότι κάπου στην Αθήνα ο Παύλος κάνει πρόβες, δοκιμάζει καινούργια στιχάκια, ``δουλεύει'' μια μελωδία και, απλώς, δεν τυχαίνει να συναντηθούμε. Ετσι όπως έχουμε χαθεί και με άλλους φίλους αλλά που και που μαθαίνουμε νέα τους. Δυστυχώς, μια τόσο εύθραυστη φαντασίωση δεν μπορεί να αντέξει στο σφυροκόπημα της ``αντικειμενικής'' πραγματικότητας. Ακόμη και οι ``αγνών προθέσεων'' αναφορές και αφιερώματα στη μνήμη του Παύλου και του έργου του επαναφέρουν βασανιστικά αυτό που υποσυνείδητα προτιμώ να ξεχνάω: ο Παύλος δεν υπάρχει πλέον και δεν πρόκειται να ξαναγράψει κάποιο τραγούδι. Δε θα επεκταθώ εδώ σε αναφορές γύρω από το χαρακτήρα και τις προσωπικές στιγμές του Παύλου, γιατί θεωρώ ότι μια τέτοια δημόσια έκθεση περιέχει κάποια ποσοστά αδιακρισίας, έστω και άν πρόκειται για επαίνους. Αυτό για το οποίο μπορώ να μιλήσω είναι πολύ πιο συγκεκριμένο και ουσιαστικό. Αφορά το ρόλο που έπαιξε ο Παύλος τόσο στη συνεργασία μας όσο και στα ευρύτερα μουσικά πράγματα. Σχετικά με το πρώτο σκέλος, το πράγμα είναι απλό. Η συνεργασία μας άλλαξε τη ζωή μου. Μέσα από την ηχογράφηση του ``Φλου'' έκανα το άλμα από την εφηβία στην μουσική ενηλικίωση. Ολα αυτά που βρίσκονταν μέσα μου σε ομιχλώδη κατάσταση πήραν συγκεκριμένη μορφή και κατεύθυνση και, βέβαια η επιρροή του Παύλου σε όλη αυτήν τη διαδικασία υπήρξε καταλυτική. Θα μπορούσα να πώ χιλιάδες πράγματα γύρω από αυτό, αλλά νομίζω ότι αρκεί να σημειώσω ότι απλά και μόνο να σχολιάζεις κιθαριστικά μια φωνή τέτοιων δυνατοτήτων είναι ολόκληρο σχολείο.
Οσον αφορά τώρα την επιρροή που είχε ο Παύλος πάνω σε αυτό που ονομάζουμε rock n' roll σκηνή, τα πράγματα εδώ είναι προφανή. Δεν πρόκειται απλώς για κάποια ``καλά τραγούδια'' αλλά για το συμπυκνωμένο ορισμό του τι σημαίνει rock και πώς μπορεί να είναι ΚΑΙ ελληνικό. Αναζητώντας με σχεδόν μυστικιστική προσύλωση το δρόμο της προσωπικής του έκφρασης, άνοιξε γεναιόδωρα μια πόρτα σε κάτι που αφορούσε και όλους εμάς τους υπόλοιπους. Απέδειξε στην πράξη ότι όλες αυτές οι ετερόκλητες επιρροές που όλοι είχαμε μέσα μας μπορούσαν να μετουσιωθούν σε συγκεκριμένο αποτέλεσμα με περιεχόμενο και αξία. Θα μείνει, λοιπόν, κάτι από τον Παύλο. Οχι μόνο στην σκέψη αυτών που τον γνώρισαν ή αυτών που συγκινήθηκαν από την μουσική του αλλά και σε κάθε νότα που παίζουμε, σε κάθε ηλεκτρική συγχορδία, σε κάθε βρυχηθμό του μπάσου. Και κάθε φορά που θα μαζεύονται οι πιτσιρικάδες στα υπόγεια της μεγαλούπολης και με τις πρώτες νότες θα γίνεται αντιληπτή στην ατμόσφαιρα αυτή η τόσο ασαφής αλλά και τόσο πραγματική περιρρέουσα αίσθηση που η ξενομανία της γενιάς μας ονόμαζε ``Rock 'n' Roll Feeling'' τότε θα είναι και αυτός εκεί.
Συχνά εύχομαι, τώρα που γνωρίζω την λύση, να τα 'χε παρατήσει, να 'χε κουραστεί και σπάσει, να 'ταν τηλεπαρουσιαστής παιχνιδιών ή υπεύθυνος ροκ ρεπερτορίου σε μια πολυεθνική. Τουλάχιστον θα 'ταν ακόμη μαζί μας. Ελπίζω να 'ναι στον παράδεισο γιατί μου φαίνεται ότι έφαγε τη ζωή του στην κόλαση.
Επιμέλεια σελίδας Τηλέμαχος Μπίτσικας, Γωγώ Θανασιά bitsikas@di.uoa.gr